Ειλικρινά δεν ξέρω εάν αυτή τη δεδομένη χρονική στιγμή λείπει κάτι απ’ όλα τα αρνητικά που θα μπορούσαν να συμβούν στην ανθρωπότητα. Λοιμοί, σεισμοί, ανεργία, πείνα, οικονομική καταστροφή, φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας σε έξαρση (βιασμοί, παιδεραστία, κλοπές, απαγωγές κοκ). Mέσα σε όλη αυτή τη χαοτική κατάσταση, μέσα στον πόνο και τον ψυχρό αόρατο πόλεμο, τολμώ μετά βίας να διακρίνω «ψυχή βαθιά» στο Νεοέλληνα. Μετά την παγκόσμια οικονομική ύφεση του 2008 τα πράγματα άρχισαν να παίρνουν σταθερά αλλά σταδιακά την κατιούσα με αποκορύφωμα την πανδημία που ήρθε να ισοπεδώσει με τη σειρά της ό,τι είχε απομείνει όρθιο από τη λαίλαπα της οικονομικής καταστροφής. Μέσα σε αυτόν τον κακό χαμό η διχόνοια ξεπρόβαλε ως ένα άλλο σταθερό χαρακτηριστικό του Έλληνα να μας θυμίσει ότι κάθε φορά που δεν πάει κάτι καλά σε αυτή τη χώρα, χωριζόμαστε σε στρατόπεδα: οι δεξιοί και οι αριστεροί, οι υπερασπιστές και οι πολέμιοι του πανεπιστημιακού ασύλου, οι εξουσιαστές και οι αντεξουσιαστές, οι επαναστάτες και οι πειθήνιοι πολίτες, οι κατέχοντες και οι μη έχοντες, οι ηθικοί και οι ανήθικοι, ο λαός και το κολωνάκι.
Η ιδιοσυγκρασία του Έλληνα είναι πλέον εύθραυστη. Το ένστικτο επιβίωσης από όλη αυτή τη χιμαιρική κατάσταση είναι ιδιαίτερα ισχυρό. Μιλάμε για τον σύγχρονο Μέσο Έλληνα που είναι τυπικά μορφωμένος, διαθέτει ένα πτυχίο Ανώτερης ή Ανώτατης σχολής, χωρίς να διαθέτει ευρύτερη παιδεία και που έχει γαλουχηθεί με τη νοοτροπία του «να μη λείψει τίποτα στο παιδί». Ο νέος άνθρωπος διαπαιδαγωγείται, κοινωνικοποιείται, ερωτεύεται και εν τέλει χειραγωγείται μέσα από τις οθόνες του κινητού, της μικρής οθόνης, του υπολογιστή. Ψηφίζει συνήθως κατά το συμφέρον αγνοώντας τις περισσότερες φορές το κοινό καλό. Αναζητάει τις εύκολες λύσεις σε μια δύσκολη εποχή για τον απλούστατο λόγο ότι έχει μεγαλώσει σε ένα υπερπροστατευτικό περιβάλλον, που του προσέφερε τα πάντα, χωρίς αντίσταση. Είναι «απολιτίκ», διότι εδώ που τα λέμε τι νόημα έχει γι’ αυτόν η συμμετοχή στα κοινά, από τη στιγμή που για τη δική του ιδεολογία ο ξύλινος πολιτικός λόγος και οι κούφιες υποσχέσεις, μόνο φρούδες ελπίδες δημιουργούν και χάσιμο χρόνου. Δεν είναι βαθιά θρησκευόμενος. Είναι απελευθερωμένος σεξουαλικά και αντιμετωπίζει την προοπτική δημιουργίας οικογένειας ως μία από τις επιλογές του και όχι ως αποκλειστική διέξοδο. Έχει βγάλει από τη ζωή του το «θα» και ζει στο παρόν, μάλλον γιατί αυτό επιτάσσει η covid εποχή, άλλωστε δεν έχει και πολλές επιλογές.
Στη ζωή του σύγχρονου Έλληνα δεν υπάρχει το πρέπει και ίσως αυτό του δίνει το μεγαλύτερο προβάδισμα, όχι απλώς να εξελιχθεί ιδεολογικά, επιστημονικά, πνευματικά αλλά να θέσει τη ζωή του σε νέες βάσεις με νέα, ίσως πιο γερά θεμέλια. Αυτό δε σημαίνει φυσικά ότι η υπερβολή ή έλλειψη που τον χαρακτηρίζει σε θέματα που ήδη προαναφέραμε, δεν επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα της ζωής του. Η αλήθεια είναι ότι τις περισσότερες φορές απουσιάζει το μέτρο, ή αλλιώς η αριστοτελική μεσότητα.
Αν αναλογιζόμασταν ποια είναι τα συστατικά μιας ευτυχισμένης ζωής στη σύγχρονη πραγματικότητα θα ήταν ευχής έργο για το σύγχρονο άνθρωπο: Nα έχει όσα αντέχει. Τουτέστιν αυτό σημαίνει ότι η ύλη θα εξυπηρετεί τις ανάγκες του και θα ικανοποιεί τις ματαιοδοξίες του σε σημείο που δεν αλλοιώνει το είναι του. Να χρησιμοποιεί την τεχνολογία πάντα ως μέσο για μια καλύτερη ποιότητα ζωής και ποτέ ως αυτοσκοπό. Να δίνει προτεραιότητα στο πνεύμα. Να επιτρέπει στον εαυτό του ως προτεραιότητα την «ιδιωτικότητα» και την ανάγκη της πνευματικής αναζήτησης. Να αναζητά την επαφή στο σώμα και όχι στην οθόνη. Να ζει πραγματικά και όχι εικονικά. Να επιζητά το ευ ζην και όχι να συμβιβάζεται με το ζην.