Η Διαλεκτική, κατά τον ιδρυτή του Στωϊκισμού Ζήνωνα Κιτιέα και τον διάδοχό του Κλεάνθη, είναι η επιστήμη των αληθών, των ψευδών και των ουδέτερων/ αδιάφορων. Η διαλεκτική είναι αναγκαία και είναι αρετή από μόνη της, αφού εμπεριέχει επιμέρους αρετές. Ως θέμα της έχει τον ενδιάθετο και προφορικό λόγο και χωρίζεται σε δύο τμήματα:
- Περί φωνής ή περί σημαίνοντος, όπου παρουσιάζονται οι διδασκαλίες και οι βασικές αρχές για τη γλώσσα, τη γραμματική, τη σύνταξη και την ποιητική.
- Περί σημαινομένων, των εννοιών και των όσων δηλούνται – που συναποτελούν την τυπική Λογική των Στωικών.
Κατά τον Σέξτο Εμπειρικό (Προς μαθηματικούς 8.11-12) βρίσκονται σε συζυγία
α) το σημαινόμενο, ή λεκτόν ή αντικείμενο
β) το σημαίνον ή φωνή (έκφραση, εκφορά)
γ) το υπάρχον
Το α) δηλώνεται από τη λέξη και υφίσταται στη διάνοιά μας. Οι ξενόγλωσσοι δεν το αντιλαμβάνονται παρόλο που ακούν τη ‘φωνή’.
Το β) είναι η φωνητική εκφορά της λέξης π.χ. Ζήνων.
Το γ) είναι το ίδιο το υπαρκτό, δηλαδή ο ίδιος ο Ζήνων, ως πρόσωπο/ άτομο.
Η φωνητική μορφή ή εκφορά μιας λέξης είναι κάτι που διαφέρει από το περιεχόμενό της λέξης ως τέτοιας. Η έννοια είναι ‘το μη πραγματικό’, ενώ το συγκεκριμένο ον και το περιεχόμενό του είναι ‘το πραγματικό’. Ανάλογα ο Ζήνων εξηγεί γιατί υπάρχει χάσμα μεταξύ του σκεπτόμενου υποκειμένου και του κόσμου από την άλλη.
Το λεκτόν ή το σημαινόμενο ή το αντικείμενο θεωρείται ως το αντικείμενο της Διαλεκτικής. Για τον Ζήνωνα είναι το μέσον μεταξύ του νοήματος ή της λογικής εικόνας αφενός και του πράγματος αφετέρου. Έτσι, η ομιλία πρέπει να εκφράζει φωνητικά το νοούμενο. Με το λεκτόν είναι δυνατή η ανακοίνωση των πραγμάτων, η επικοινωνία μεταξύ ανθρώπων, όσων μετέχουν του λόγου. Για τους Στωικούς – οι οποίοι άλλωστε ενδιαφέρονται για τα ατομικά όντα, τα πραγματικά – είναι τα λεκτά που συνιστούν ατομικές προτάσεις και όχι οι γενικές έννοιες που μοιάζουν με όντα.
Το λεκτόν δηλοί υπόθεση, αιτία, σύμπλεξη π.χ. ‘αν είναι μέρα, υπάρχει φως’.
Το νόημα, δεν είναι άλλο από το υπάρχον κατά λογική φαντασία, όπως αναφέρει ο Διογένης Λαέρτιος. Από την άλλη, τα πράγματα μάς προσφέρονται μέσω της τύπωσης και εντυπώνονται στην ψυχή ως φαντασίες (παραστάσεις), όπως μια σφραγίδα αποτυπώνει μια εικόνα πάνω στο κερί. Οι φαντασίες είναι αληθείς ή απατηλές.
Κατά Διογένη Λαέρτιο (7.61) «εννόημα είναι μια παράσταση της διάνοιας. Δεν είναι κάτι που υπάρχει, ούτε κάτι που έχει ατομικό προσδιορισμό, αλλά είναι ως εάν να υπάρχει και ως εάν να έχει ατομικό προσδιορισμό, όπως γίνεται η εντύπωση π.χ. ενός ίππου κι όταν αυτός δεν είναι παρών.»
Στην περίπτωση που το λεκτόν αποτελείται από κατηγόρημα (ρήμα), οι Στωικοί το ονόμαζαν ελλιπές λεκτόν π.χ. το ρήμα ‘εξαρτάται’. Το λεκτόν είναι αυτοτελές αν αποτελείται από το κατηγόρημα (ρήμα) και υποκείμενο π.χ. ‘ο Ζήνων διδάσκει’. Το κατηγόρημα φανερώνει απλά ότι το υποκείμενο ενεργεί ή πάσχει ή βρίσκεται σε μια κατάσταση. Δεν αποδίδει ιδιότητα στο υποκείμενο με συνδετικό ρήμα κ.λπ.