(δύο απόσπασμα από δοκίμιο/μελέτη του Ιωσήφ Σ. Ιωσηφίδη)
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης (29 Απριλίου 1863 – 29 Απριλίου 1933) εκτός από την Ιστορία και την Αρχαία και Βυζαντινή, εκών άκων επηρεάζεται και από θέματα Διοίκησης και Οικονομίας, μια πτυχή που μέχρι τώρα οι φιλόλογοι δεν είχαν εξετάσει, και ο λόγος είναι ότι δεν κατέχουν τις δύο αυτές επιστήμες για να μπορούσαν να ενδοσκοπήσουν στην ποίηση του Αλεξανδρινού και να εξαγάγουν συμπεράσματα. Το επιχείρησα και βρήκα πλήθος αναφορών στον στίχο του. Οι εμπειρίες και οι γνώσεις του ήταν τόσες, σε αριθμό και ένταση που δεν θα τον άφηναν ασυγκίνητο!
Σημειώνω τις εξής εμπειρίες και γνώσεις του επί των δύο αυτών θεμάτων:
α) σπουδές στην Αγγλία και στο εμπορικό Λύκειο ‘Ερμής’ στην Αλεξάνδρεια
β) πτώχευσης της οικογενειακής εταιρείας και των εμπειριών απ’ τη διαχείρισή της
γ) 35χρονη καριέρα, ως διοικητικός στην Αγγλική Εταιρεία Αρδεύσεων Αλεξανδρείας
δ) παρακμή της οικονομίας των Αιγυπτιωτών, και θησαυρισμός από ορισμένους
ε) παράπλευρη ενασχόλησή του στο χρηματιστήριο βάμβακος της Αλεξάνδρειας
ς) άντληση εμπειριών από τους 6 αδελφούς του και αρκετούς φίλους που εργάζονταν σε οικονομικά, τουριστικά ή διοικητικά πόστα, και με τους οποίους αντάλλασσε γνώσεις.
‘Είμαι μπασμένος κάμποσο και στα διοικητικά’ γράφει ο Καβάφης στο ποίημα ‘Ας φρόντιζαν’. Είχε δίκαιο και το εννοούσε.
Από το δοκίμιο/μελέτη μου με τίτλο ‘ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΒΑΦΗ’ παρουσιάζω μόνο δύο ενδεικτικά αποσπάσματα
Απόσπασμα 1ον
……………………….Πιο πολύ επέδρασε στον στίχο του η οικονομική παρακμή της Αλεξάνδρειας – που του θύμιζε διαρκώς την οικονομική παρακμή της οικογένειας του, μετά την πτώχευση της οικογενειακής επιχείρησης – όπως και το οικονομικό δράμα των ξένων μεταναστών.
Με την αποχώρηση του ισχυρού ηγέτη Ισμαήλ, οι Γάλλοι και ιδίως οι Άγγλοι επέβαλαν στην Αίγυπτο καθεστώς που υπέσκαπτε τις δομές της σε οικονομία, κοινωνία, στρατό, στόλο. Το εμπόριο και η οικονομία των Ελλήνων διαβρώνονταν σταδιακά. Η παρουσία ξένων στρατιωτών αποχαλίνωνε τα ήθη του τόπου. Στο ποίημά του ‘Ηρώδης Αττικός’ ο Καβάφης εννοεί ως Ηρώδη τον Άγγλο κυβερνήτη Cromer. Ψέγει ειρωνικά κάποιους Έλληνες που παραδίδουν την αυτονομία τους και τον ακολουθούν χωρίς να κρίνουν, και τους διαχωρίζει από τους προσφιλείς σοφιστές του που δεν θ’ αξιώνονταν τέτοια:
…έξαφν’ αφηρημένα σιωπούν.
Άγγιχτα τα ποτήρια αφίνουνε κοντά των,
και συλλογίζονται την τύχη του Ηρώδη—
ποιος άλλος σοφιστής τ’ αξιώθηκεν αυτά;—
κατά πού θέλει και κατά πού κάμνει
οι Έλληνες (οι Έλληνες!) να τον ακολουθούν,
μήτε να κρίνουν ή να συζητούν,
μήτε να εκλέγουν πια, ν’ ακολουθούνε μόνο.
Ο Καβάφης αρχικά πίστευε τα λόγια του παππού του Γ .Φωτιάδη ο οποίος πρέσβευε ότι το Γένος προοδεύει χάρη στο εμπόριο και στην οργάνωση. Επιστρέφοντας το 1885 στην Αλεξάνδρεια, και μετά τη φοίτησή του στην Εμπορική–Πρακτική Σχολή ‘Ερμής’, διείδε κάμψη κι έπαψε να είναι αισιόδοξος. Στράφηκε σε θέματα κλασικής αρχαιότητας, σοφιστών, ανθρωπισμού και εμπορίου. Προσαρμόστηκε στο οικονομικό περίγυρο και θεωρούσε τον εαυτό του ως ‘Ελληνικό’ αντί Έλληνα, και ως άτομο οικουμενικών ιδεών.
………………………………………………………………………………………………..…
Απόσπασμα 2ον
«…..Μαζί με το ‘μέτρο’ ο ποιητής συνυφαίνει την αρχή της ‘λιτότητας’. Πρέπει ένα κράτος ή μια επιχείρηση, σε εποχές κρίσης, να λαμβάνει μέτρα λιτότητας, και μάλιστα ο ίδιος ο ηγέτης να είναι λιτός, δίνοντας στον λαό ‘παράδειγμα προς μίμηση’. Το ποίημα ‘Από υαλί χρωματιστό’ πρέπει να διδάσκει κάθε ηγέτη να μη σπαταλά ασύστολα το δημόσιο χρήμα για επίδειξη. Πολύ δε χειρότερα όταν το κράτος παλεύει να βγει από μια δεινή οικονομική κρίση ή άλλη κρίση με οικονομικές επιπτώσεις (ενέργειας, δημόσιας υγείας κ.ά.). Στο ποίημα ο Καβάφης επαινεί τον Καντακουζηνό και την Ειρήνη γιατί φορούν στέμματα τεχνητών λίθων από χρωματιστό υαλί, αφού *‘στο ταλαίπωρο κράτος τους ήταν μεγάλη η πτώχεια’*. Η πράξη αυτή είναι μια ‘διαμαρτυρία θλιβερή’ απ’ αυτούς, μα καθόλου αναξιοπρεπής. Αντίθετα!
ΑΠΟ ΥΑΛΙ ΧΡΩΜΑΤΙΣΤΟ
Πολύ με συγκινεί μια λεπτομέρεια
στην στέψιν, εν Βλαχέρναις, του Ιωάννη Καντακουζηνού
και της Ειρήνης Aνδρονίκου Aσάν.
Όπως δεν είχαν παρά λίγους πολυτίμους λίθους
(του ταλαιπώρου κράτους μας ήταν μεγάλ’ η πτώχεια)
φόρεσαν τεχνητούς. Ένα σωρό κομμάτια από υαλί,
κόκκινα, πράσινα ή γαλάζια. Τίποτε
το ταπεινόν ή το αναξιοπρεπές
δεν έχουν κατ’ εμέ τα κομματάκια αυτά
από υαλί χρωματιστό. Μοιάζουνε τουναντίον
σαν μια διαμαρτυρία θλιβερή
κατά της άδικης κακομοιριάς των στεφομένων.
Είναι τα σύμβολα του τι ήρμοζε να έχουν,
του τι εξ άπαντος ήταν ορθόν να έχουν
στην στέψι των ένας Κυρ Ιωάννης Καντακουζηνός,
μια Κυρία Ειρήνη Aνδρονίκου Aσάν.