Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη
Στη σύγχρονη εποχή παρατηρούνται σημαντικές αλλαγές τόσο στη δομή της οικογένειας όσο και στην κατανομή των ρόλων των δύο φύλων μέσα σ’ αυτήν. Για πολλά χρόνια σκληροί αγώνες πρωτοπόρων γυναικών και φωτισμένων ανδρών απαιτήθηκαν για να πείσουν (δυστυχώς όχι όλες ακόμα) τις ανδροκρατούμενες κοινωνίες να παραχωρήσουν στις γυναίκες ‘δικαιώματα’. Τα δικαιώματα εκείνα που οι γυναίκες δικαιωματικά κατέχουν από την φύση και την ικανότητα τους, δηλαδή από την δική τους ξεχωριστή υπόσταση μέσα στην οικογένεια και στην κοινωνία. Στις σύγχρονες λοιπόν προηγμένες κοινωνίες, οι ρόλοι στην ζωή, στην οικογένεια, στην εργασία, στην κοινωνία είναι μοιρασμένοι και πλέον τα δύο φύλα απολαμβάνουν την ισότητα που δικαιούνται και αξίζουν. Είμαστε επομένως παρόντες σε μια επανεξέταση των ρόλων των δύο, μια αναθεώρηση δηλαδή και επαναπροσδιορισμό των υποχρεώσεων και δικαιωμάτων τόσο στην κοινωνία και οικογένεια όσο και στην εργασία. Δηλαδή μιλάμε για την λεγόμενη συμφιλίωση (εναρμόνιση) της οικογενειακής με την επαγγελματική ζωή και για τους άνδρες και για τις γυναίκες. Η εναρμόνιση αυτή σήμερα διέπεται τόσο από θεσμικές διαρρυθμίσεις, οι οποίες έχουν υπαγορευθεί από τις εθνικές ή / και υπερεθνικές αρχές, όσο και από εθιμικές πρακτικές και αντιλήψεις, οι οποίες εδραιώνονται με την πάροδο του χρόνου και μετατρέπονται πλέον σε πάγιες απόψεις και τρόπο ζωής που κληροδοτείται στους επιγόνους και που ασφαλώς αποτελεί έναν από τους βασικούς παράγοντες της εξελικτικής διαδικασίας των σύγχρονων κοινωνιών. Σήμερα και τα δύο φύλα κινούνται και δημιουργούν μέσα στο ίδιο εργασιακό περιβάλλον, το οποίο και αυτό ασφαλώς έχει εξελιχθεί παρασυρμένο από όλες τις μεταβολές που έχουν συμβεί προς αυτή την κατεύθυνση μέσα στην κοινωνία. Ο πατέρας σήμερα δεν είναι μόνο ο συμμετέχων στην παραγωγή, άρα και ο δημιουργός εισοδήματος, όπως παραδοσιακά περιγράφεται ο ρόλος του, δηλαδή ο δημιουργός του λεγόμενου κινητού πλούτου, τον οποίο φέρει πάντοτε μαζί του, αλλά καλείται να μοιραστεί τον ρόλο αυτό με τη σύντροφό του, ενδυόμενος πάλι εν μέρει, έναν άλλο επαναπροσδιορισμένο γονεϊκό ρόλο.
Επομένως, οι θεσμικές διαρρυθμίσεις και εθιμικές πρακτικές και αντιλήψεις, αποτελούντουςκαταλύτες της μεταβολής. Οι αλλαγές των αντιλήψεων επηρέασαν πλέον τις παραγωγικές δομές και σχέσεις στις σύγχρονες οικονομίες, εισήγαγαν νέες αξίες και κατέστησαν την ευημερία της κοινότητας ένα ακόμα στόχο της οικονομικής προσπάθειας των παραγωγικών μονάδων, παράλληλα με την αποκόμιση κέρδους. Η αύξηση της ευημερίας μπορεί να εκφραστεί με διάφορους τρόπους. Μπορεί να είναι η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, η προστασία του περιβάλλοντος ή η ανάπτυξη της προσωπικότητας των εργαζομένων μέσα από κοινωνική δράση και πρωτοβουλίες με την ανάληψη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων. Μέσα λοιπόν σ’ αυτό το νέο πλαίσιο καλούνται οι εργαζόμενοι (άνδρες και γυναίκες) ισότητα και ισοδύναμα σήμερα να αναπτύξουν τον νέο ρόλο τους, συμμετέχοντας στο κοινωνικό και οικονομικό γίγνεσθαι. Γι αυτή όμως την επαναπροσδιορισμένη δράση απαιτείται ένα νέο πλαίσιο (θεσμικό ή εθιμικό) εμπλουτισμένο με νέες ρυθμίσεις, το οποίο θα τους παρέχει την δυνατότητα της συμμετοχής. Και το νέο πλαίσιο είναι αυτό που απελευθερώνει δυνάμεις, παροτρύνει και προωθεί στη συμμετοχή, δημιουργεί ένα περισσότερο ανθρώπινο περιβάλλον και μεταβάλλει αξίες. Αυτό που από την διεθνή αντίληψη έχει πλέον αποκληθεί Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη.
Ό,τι ακολουθεί λοιπόν είναι μια αναφορά στην έννοια και τις ιδιότητες του παγκόσμιου αυτού πλαισίου οργάνωσης και λειτουργίας των φορέων κυρίως του ιδιωτικού τομέα οι οποίοι καλούνται πλέον να απελευθερώσουν τις παραγωγικές δυνάμεις και των δύο φύλων, διευκολύνοντας στο σύνολό του το ρόλο τους στο σύγχρονο κοινωνικό γίγνεσθαι.
Η έννοια της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης (ΕΚΕ) έχει καταλάβει τα τελευταία χρόνια ένα σημαντικό μέρος του χρόνου και των προσπαθειών εθνικών και διακρατικών φορέων άσκησης πολιτικής και διαμόρφωσης της κοινής γνώμης.
Πράγματι, τον Ιούλιο 2001, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε την Πράσινη Βίβλο (COM (2001) 366) για την ‘Προώθηση ενός Ευρωπαϊκού πλαισίου για την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη’, με στόχο αρχικά την έναρξη μιας μεγάλης συζήτησης και προβληματισμού για την αναγκαιότητα ανάπτυξης της έννοιας αυτής και κατόπιν τον καθορισμό των απαραίτητων διαδικασιών και ρυθμίσεων για την καθιέρωσή της.
Εκεί λοιπόν η Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη (ΕΚΕ) ορίζεται ως η ‘έννοια σύμφωνα με την οποία οι επιχειρήσεις ενσωματώνουν το κοινωνικό ….. ενδιαφέρον και φροντίδα τους στην επιχειρησιακή δραστηριότητά τους καθώς και στις σχέσεις τους με τους μετόχους, εργαζόμενους, καταναλωτές και προμηθευτές τους, επί εθελοντικής βάσεως’. Δηλαδή, η ΕΚΕ είναι μια συμπεριφορά πέρα και πάνω από νομικές δεσμεύσεις και απαιτήσεις, την οποία η επιχείρηση αντιλαμβάνεται και ενσωματώνει στο μακροχρόνιο συμφέρον της και ασφαλώς αφορά τον τρόπο διοίκησής της. Για να συμβεί αυτό όμως, οι επιχειρήσεις έπρεπε να πεισθούν πως η υπεύθυνη κοινωνική συμπεριφορά συμβάλλει στην διαρκή επιχειρηματική επιτυχία. Και τούτο συμβαίνει όταν η παραγωγική μονάδα προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ των απαιτήσεων και των αναγκών των μετόχων τους με ένα τρόπο αποδεκτό σε όλα τα μέρη. Αν οι επιχειρήσεις καταφέρουν να διαχειρισθούν οποιαδήποτε μεταβολή κατά τρόπο κοινωνικά υπεύθυνο, τούτο θα έχει ένα θετικό αποτέλεσμα και σε μακροοικονομικό επίπεδο.
Βεβαίως κοινωνικά υπεύθυνες δράσεις από μέρους των επιχειρήσεων υπήρξαν και στο παρελθόν. Σήμερα όμως, οι δράσεις αυτές πρέπει αφ’ ενός να είναι ενσωματωμένες στον στρατηγικό σχεδιασμό της επιχείρησης, αφ’ ετέρου δε να αναπτύσουν μηχανισμούς και όργανα ελέγχου για την εφαρμογή των πολιτικών αυτών.
Η ανάπτυξη της ΕΚΕ θεωρείται ότι θα συμβάλει στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας και του δυναμισμού της ευρωπαϊκής οικονομίας ώστε αυτή να οδηγηθεί σε μία διαρκή οικονομική ανάπτυξη που θα συνοδεύεται από περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή. Με άλλους λόγους, η ΕΚΕ θα μπορούσε να αποτελέσει ένα πολύ σημαντικό παράγοντα επίτευξης του βασικού στρατηγικού στόχου της ΕΕ που αφορά την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας, όπως τέθηκε από την Σύνοδο της Λισσαβώνας, τον Μάρτιο 2000.
Η Πράσινη αυτή βίβλος έγινε αποδεκτή από τους ευρωπαίους φορείς, βασικά με θετικά σχόλια, παρά το γεγονός ότι διατυπώθηκαν ορισμένες επιφυλάξεις οι οποίες όμως έχουν να κάνουν περισσότερο με τον τρόπο εφαρμογής τέτοιων ρυθμίσεων στο μέλλον παρά με την ίδια την έννοια της εταιρικής ευθύνης :
- Ο επιχειρηματικός κόσμος τόνισε την εμμονή στην εθελοντική φύση της ΕΚΕ και την προσαρμογή της στις επιχειρήσεις κατά περίπτωση και όχι την επιβολή με γενικές ρυθμιστικές διατάξεις, οι οποίες θα απέβαιναν μη παραγωγικές. Επίσης τονίσθηκε και το γεγονός ότι θα πρέπει να εφαρμοσθεί σε παγκόσμιο επίπεδο.
- Οι εργατικές ενώσεις και γενικότερα η κοινωνία των πολιτών αντίθετα θεωρούν πως οι εθελοντικές πρωτοβουλίες δεν αρκούν για την προστασία των εργαζομένων και των πολιτικών δικαιωμάτων. Προτείνουν λοιπόν την δημιουργία ενός ρυθμιστικού πλαισίου το οποίο να διασφαλίζει τουλάχιστον τις ελάχιστες εγγυήσεις. Για την αξιοπιστία του θεσμού απαιτείται η ανάπτυξη των ρυθμίσεων της ΕΚΕ να γίνεται όχι μόνο από τις επιχειρήσεις μονομερώς αλλά και με την συμμετοχή των εμπλεκομένων στη διαδικασία της παραγωγής, όπως των μετόχων, των εργαζομένων, των καταναλωτών και των προμηθευτών.
- Οι επενδυτές τόνισαν την ανάγκη της ενδυνάμωσης των μεθόδων και διαδικασιών ελέγχου της διαφάνειας των επιχειρήσεων και των κεφαλαίων που απευθύνονται προς τις λεγόμενες ‘επενδύσεις κοινωνικής ευθύνης’.
- Οι ενώσεις καταναλωτών, τέλος,υπογραμμίζουν την αναγκαιότητα παροχής ολοκληρωμένης πληροφόρησης σχετικά με τις ηθικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνθήκες κάτω από τις οποίες παράγονται και προωθούνται στην αγορά τα αγαθά και οι υπηρεσίες.
Στην διαδικασία προώθησης και εφαρμογής της ΕΚΕ ο ρόλος του δημόσιων αρχών καθίσταται πολύ σημαντικός. Πρώτον απ’ όλα, το ίδιο το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης. Αυτή μπορεί να καταλήξει σε αρνητικά αποτελέσματα για διάφορες επιμέρους πολιτικές της εταιρικής κοινότητας αν παραμείνει ανεξέλεγκτη. Οι δημόσιες πολιτικές οι οποίες αναπτύσουν ένα πλαίσιο δράσης για την προώθηση της ΕΚΕ ενισχύουν τις καλές πρακτικές των επιχειρήσεων και τις κάνουν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά. Το πλαίσιο αυτό δράσης θα πρέπει να προωθηθεί από τον δημόσιο τομέα με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:
- Αναγνώριση της εθελοντικής φύσης της ΕΚΕ.
- Ανάγκη για αξιόπιστες και διαφανείς δράσεις που αφορούν την ΕΚΕ.
- Συμβατότητα με τις υπάρχουσες διεθνείς δεσμεύσεις και συμφωνίες (π.χ. σταθερότυπα εργασίας του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, Οδηγίες του ΟΟΣΑ για πολυεθνικές επιχειρήσεις, κλπ).
- Ισορροπημένη και περιεκτική προσέγγιση στην ΕΚΕ, που να περιλαμβάνει κοινωνικά, οικονομικά θέματα, θέματα ανθρώπινου δυναμικού και προστασίας περιβάλλοντος.
- Επικέντρωση στις ανάγκες και τα χαρακτηριστικά των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (ΜΜΕ), δεδομένου ότι σε χώρες ως η Ελλάδα και η Κύπρος, οι ΜΜΕ αποτελούν την κύρια πηγή απασχόλησης του ανθρώπινου δυναμικού. Παλαιότερη (2001) έρευνα της ΕΕ ανάμεσα σε 7000 ΜΜΕ της Ευρώπης σχετικά με τις δράσεις ΕΚΕ που έχουν αναληφθεί, έδειξε ότι αυτές ήδη πραγματοποιούν δραστηριότητες κοινωνικά και περιβαλλοντικά υπεύθυνες προς όφελος όλων των φορέων της παραγωγικής διαδικασίας. Έχει εντοπισθεί δηλαδή μια θετική συσχέτιση μεταξύ του στρατηγικού σχεδιασμού των ΜΜΕ και των δράσεων κοινωνικής ευθύνης αυτών.
- Δημιουργία συνθηκών και ενθάρρυνση ανάπτυξης διαδικασιών ανταλλαγής εμπειριών και καλών πρακτικών μεταξύ των επιχειρήσεων για ΕΚΕ. Τέτοια συνεργασία αποβαίνει χρήσιμη και για το κοινωνικό σύνολο, δεδομένου ότι μειώνει το κόστος υιοθέτησης πρακτικών ΕΚΕ και ταυτόχρονα βοηθά την διάχυση αυτών σε άλλες επιχειρήσεις εξαρτώμενες με κάποιο τρόπο.
Καταλήγοντας θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι η ΕΚΕ δεν είναι ένας οδηγός για το ‘πως διοικείται μία επιχείρηση’. Εισχωρεί βαθύτερα στον πυρήνα της επιχείρησης, στο πώς δηλαδή η επιχείρηση δημιουργεί τις σχέσεις της με το περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται και αναπτύσσεται.